Αυτοαντίληψη – αυτοεκτίμηση
Αυτοαντίληψη – αυτοεκτίμηση
Η αυτοαντίληψη αποτελεί τη γνωστική πλευρά της αυτογνωσίας, ενώ η αυτοεκτίμηση μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύει τη συναισθηματική πλευρά, και δείχνει το βαθμό στον οποίο το άτομο αποδέχεται και επιδοκιμάζει τον εαυτό του. Ο Coopersmith (1967) όρισε την αυτοεκτίμηση ως “μια προσωπική εκτίμηση αυτοαξίας που κάνει το άτομο, η οποία εκφράζεται στη στάση που κρατά προς τον εαυτό του”.
Πολλοί ερευνητές θεωρούν την αυτοεκτίμηση συνώνυμο με την αυτοαντίληψη. Ο Burns (1982), για παράδειγμα, θεωρεί ότι η αυτοαντίληψη περιλαμβάνει δύο πτυχές: την περιγραφική, που αποτελεί το γνωστικό συστατικό της, άσχετα αν η γνώση αυτή είναι αντικειμενική ή υποκειμενική, και την αξιολογική. Άλλοι ερευνητές τονίζουν ότι, παρά τη σαφή σχέση αλληλεξάρτησης ανάμεσα στην αυτοαντίληψη και την αυτοεκτίμηση, οι δύο όροι είναι απαραίτητο να διαφοροποιούνται. Η αυτοαντίληψη έχει σχέση με τον προβληματισμό γύρω από την ψυχολογική ταυτότητα του ατόμου, ενώ η αυτοεκτίμηση σχετίζεται με την αξιολογική και συναισθηματική επένδυση της. Τη σχέση μεταξύ αυτοαντίληψης και αυτοεκτίμησης περιγράφουν οι Wells και Marwell (1976) ως εξής:
“Αν θεωρήσουμε ότι η αυτοαντίληψη απαρτίζεται από ένα σύνολο στάσεων προς τον “εαυτό”, η αυτοεκτίμηση θα μπορούσε να οριστεί ως η αξιολογική πτυχή καθεμιάς από αυτές τις στάσεις ή το σύνολο αυτών των επιμέρους αξιολογήσεων”
Ο Rosenberg (1986) τονίζει ότι η αυτοεκτίμηση δεν αναφέρεται σε συναισθήματα ανωτερότητας – την πεποίθηση δηλαδή ενός ατόμου ότι υπερέχει έναντι των άλλων – ή τελειότητας – την πεποίθηση του ατόμου ότι είναι αλάθητο ή χωρίς ελαττώματα – , αλλά αναφέρεται σε συναισθήματα αυτοαποδοχής και αυτοσεβασμού. Το συναίσθημα ότι είναι κάποιος αποτελεσματικός συμβάλλει στην αυτοεκτίμηση, αλλά οι δύο έννοιες είναι διαφορετικές.
Η αυτοεκτίμηση επηρεάζεται σημαντικά από τις προσωπικές φιλοδοξίες και τις υποκειμενικές αξιολογήσεις, επειδή με βάση αυτές αποφασίζει το άτομο τι είναι αποτυχία και τι επιτυχία. Αυτό που είναι επιτυχία, ή μια αποκαλυπτική εμπειρία για κάποοιον, μπορεί να σημαίνει αποτυχία ή ασήμαντο γεγονός για κάποιον άλλο. Κατά τον William James, η αυτοεκτίμηση είναι η αναλογία μεταξύ των πραγματικών επιτεύξεων και των φιλοδοξιών ενός ατόμου. Ο James πρότεινε ένα μαθηματικό τύπο, σύμφωνα με τον οποίο η αυτοεκτίμηση είναι ίση με το πηλίκο των επιτυχιών και των προσδοκιών του ατόμου.
αυτοεκτίμηση= επιτυχία / προσδοκίες
Θεωρούσε ότι η αυτοεκτίμηση μπορεί να αυξηθεί είτε με τη μείωση των προσδοκιών του ατόμου είτε με την αύξηση της αποδοσής του. Επομένως, η παραίτηση από ορισμένες προσδοκίες μπορεί να είναι τόσο αποτελεσματική όσο και η εκπλήρωσή τους.
‘Ενας σημαντικός παράγοντας που επιδρά στην ερμηνεία ενός συμβάντος ως αποτυχημένου ή επιτυχημένου, και επηρεάζει το βαθμό αυτοεκτίμησης είναι η προσωπική ιστορία των επιτυχιών ή αποτυχιών που έχει το άτομο. Για παράδειγμα, μια μεμονωμένη αποτυχία σε κάποιον τομέα είναι απίθανο να επηρεάσει την αυτοεκτίμηση ενός ατόμου, αν μέχρι τότε σημείωνε μόνο επιτυχίες στον τομέα αυτόν. Κατά τον Coopersmith (1967), οι άνθρωποι κρίνουν τις επιτυχίες τους με βάση τη δύναμη (δηλαδή την ικανότητα να ελέγχουν τους άλλους και να ασκούν επίδραση πάνω τους), τη σπουδαιότητα (δηλαδή την εκδήλωση αποδοχής, προσοχής και αγάπης εκ μέρους των άλλων), την αρετή (την προσκόλληση σε ορισμένους ηθικούς κανόνες) και την ικανότητα (την επιτυχή αντιμετώπιση καταστάσεων επίτευξης).
Η αυτοεκτίμηση επηρεάζεται επίσης από τις αξιολογήσεις των άλλων, και μάλιστα των Σημαντικών ‘Αλλων. Αν οι εμπειρίες των πρώτων παιδικών χρόνων είναι αρνητικές, αυτό είναι πιθανό να οδηγήσει σε αρκετά χαμηλή αυτοεκτίμηση που δε θα μπορούν να εξουδετερώσουν οι θετικές αντιδράσεις των άλλων αργότερα.
Νεότερες έρευνες αναφέρουν ότι η αυτοεκτίμηση συνδέεται όχι μόνο με την θετικότητα ή μη των αντιλήψεων για τον εαυτό αλλά και με τη δομή τους. Τα αποτελέσματα των ερευνών φανερώνουν ότι η αυτοεκτίμηση σχετίζεται θετικά με τον αριθμό των αντιλήψεων για τον εαυτό (Greenwald, Bellezza & Banaji, 1988) και την πολυπλοκότητα τους (Campbell, Chew & Scratchley, 1991).
Το μεγάλο ενδιαφέρον των ερευνητών για την αυτοεκτίμηση το οποίο εκδηλώνεται με μια σωρεία σχετικών ερευνών, δικαιολογείται από τη διαπίστωση ότι υφίσταται θετική συνάφεια ανάμεσα στην αυτοεκτίμηση και την ψυχολογική υγεία. Υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ότι η χαμηλή αυτοεκτίμηση συνδέεται με κατάθλιψη (Rosenberg, 1965), άγχος (Baachman, 1970), αρνητικές θυμικές αντιδράσεις όπως ευερεθιστότητα, τάσεις επιθετικότητας και αισθήματα μη ικανοποίησης από τη ζωή (Campbell et al. 1991).
Από το βιβλίο της Αγγελικής Λεονταρή: “ΑΥΤΟΑΝΤΙΛΗΨΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου